Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

Γιατί ΣΥΡΙΖΑ(;)




Οι ερχόμενες εκλογές αποτελούν κατά πολλούς τις κρισιμότερες της μεταπολιτευτικής εποχής. Η κυβέρνηση που θα προκύψει θα κληθεί να διαχειριστεί ένα κράτος σε συνθήκες διάλυσης κι έναν εξαθλιωμένο και σε συνθήκες απόγνωσης λαό. Παρ’ όλα αυτά η ελληνική ιστορία διδάσκει πως καμία συγκυβέρνηση δεν στέριωσε (βλ. το 1946, το 1951, το 1989, το 2012) παρά για κάτι μήνες. Κι όλα αυτά στο πλαίσιο μιας οικονομικής ένωσης που εκδηλώνει όλο και μεγαλύτερες αδυναμίες και αντιφάσεις (με κατακερματισμό του δημοσιονομικού ελέγχου και συγκεντρωτισμό του νομισματικού, με την ανυπαρξία πολιτικής ένωσης και με το πολιτικό καπέλωμα του νότου από το βορρά και δη τη Γερμανία), σε συνθήκες παγκόσμιας ύφεσης( προηγηθείσης της κρίσης του 2008) και με τον κόσμο από τον Καναδά και τη Χιλή μέχρι την Αίγυπτο και τη Συρία σε κλίμα αναβρασμού και κινητοποιήσεων.

Και οι εκλογές αυτές έχουν βρει τον Ελληνικό λαό σε συνθήκες μιας «πολωτικές συσπείρωσης». Απ’ τη μια, ο αριστερός κόσμος συσπειρώνεται στο ΣΥΡΙΖΑ ενθουσιασμένος από τις προοπτικές ύπαρξης αριστερής κυβέρνησης για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Απ’ την άλλη, ο δεξιός χώρος συσπειρώνεται στη Νέα Δημοκρατία, ενωμένος όμως όχι από τις προοπτικές της διακυβέρνησης του τόπου από τους ομοϊδεάτες τους, παρά από το φόβο μήπως ανέλθει η αριστερά στα πράγματα (ένα μίγμα ιδεοληψιών, προκαταλήψεων και ταξικών συμφερόντων). Στη μέση βρίσκεται βεβαίως ο «δημοκρατικός κόσμος» όπως λέγεται, δηλαδή ο κόσμος του κέντρου πολιτικά και των μεσαίων τάξεων κοινωνικά, ο οποίος και έχει διαχρονικά ρυθμιστικό ρόλο στη διαμάχη του δίπολου αριστεράς-δεξιάς.

Το σίγουρο είναι ότι ζούμε πρωτοφανείς καταστάσεις. Βλέπουμε για πρώτη φορά μια κοινωνία ανάμικτων συναισθημάτων: οργή –φόβος -ελπίδα. Όλα αυτά αντικατοπτρίζονται στους πολιτικούς σχηματισμούς που αναμετρώνται στις εκλογές αυτές.

Η χρυσή Αυγή αντιπροσωπεύει την επικράτηση της οργής: σε μεγάλο βαθμό πρόκειται για ψήφο διαμαρτυρίας και αποδοκιμασίας του πολιτικού συστήματος. Ευτυχώς είναι μικρός ο σκληρός πυρήνας που πραγματικά η ιδεολογία του προσεγγίζει εκείνη της χρυσής αυγής κι αυτό νομίζω πως θα φανεί και στις εκλογές όπου πολλοί ψηφοφόροι που συναποτέλεσαν το 7% της 6ης Μαΐου θα στηρίξουν το «αδελφό κόμμα», τη Νέα Δημοκρατία.



Απ’ την άλλη η Νέα Δημοκρατία στηρίζεται στο στασίδι του φόβου. Στηρίζει το πρόγραμμά της στις διακοσμητικές εκείνες «τομές» (προϊόντα της επαναδιαπραγμάτευσης του Σαμαρά, όπως εκείνη του Φεβρουαρίου όταν συγκυβερνούσε) που θα «εξανθρωπίσουν» στο βαθμό που γίνεται το μνημόνιο και την υφεσιακή πολιτική, με κόκκινη γραμμή όμως τη διατήρηση των καλών σχέσεων με τους εταίρους και βεβαίως την παραμονή μας στον παράδεισο της ευρωζώνης. Τα «φοβικά»
στοιχεία του προγράμματός της είναι δύο: απ’ τη μια να μην «πεταχτούμε» έξω απ’ την ευρωζώνη και «γίνουμε …Αλβανία», όπως χαρακτηριστικά λένε κι απ’ την άλλη μην μας κυβερνήσει η αριστερά, η οποία θα μας πάρει τα σπίτια και τις γυναίκες. Αυτοί είναι οι δύο λόγοι που καλούν τους ψηφοφόρους να τους ψηφίσουν. Φαίνεται και από το που έχουν ρίξει το βάρος της εκστρατείας τους: 1) διαφημίσεις με απελπισμένα παιδιά, ευφυολογήματα και τρέντηδες που καταδεικνύουν πόσο κακός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, 2) εύρεση Αμυράδων και ανάδειξή τους σε αρχι-στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ,
3) σύνδεση του
ΣΥΡΙΖΑ με τη 17Ν και δαιμονοποίηση των
συνιστωσών και βεβαίως
4) επανειλημμένα 
στιγμιότυπα με το Λαφαζάνη να δηλώνει πως πρέπει να πάμε στη δραχμή (που μέχρι και οι πέτρες ξέρουν πως το Αριστερό Ρεύμα μέσα στον ΣΥΝ είναι υπέρ της άποψης, άποψης όμως που γενικά [δυστυχώς κατ’ εμέ] μειοψηφεί μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ). Πρόκειται ξεκάθαρα για επίδειξη πολιτικού επιπέδου. Όλα αυτά σε συνδυασμό με τον κάθε Παπαδήμο, την κάθε Εθνική Τράπεζα καθώς και τον κάθε φιλέλληνα Σόιμπλε και Ολάντ να τονίζουν συνεχώς πόσο καταστροφικό θα είναι αν βγει η αριστερά (!).  Αυτή ακριβώς η αντί-αριστερή πολιτική είναι η βάση της Νέας Δημοκρατίας η οποία κατά τ’ άλλα αποτελεί ένα συνονθύλευμα λαϊκών δεξιών, νεοφιλελεύθερων κι ακροδεξιών στοιχείων.


Και τέλος ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος με όλες τις αντιφάσεις του, είναι ό,τι πιο ελπιδοφόρο μπορούμε να διακρίνουμε στο παρόν σκηνικό. Νίκη του θα σημαίνει νίκη του ελληνικού λαού κατά της ψυχολογικής και οικονομικής βίας που της ασκείται τα τελευταία χρόνια. Θα σημαίνει τη νίκη απέναντι στο φόβο και στις απειλές των αποτυχημένων εκείνων αξιωματούχων και των αφεντικών τους. Βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε μεσσίας ούτε έχει το τέλειο πρόγραμμα που θα βγάλει τη χώρα από την κρίση. Εκτός αυτού όλοι θα θέλαμε ένα σαφώς πιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα, στο οποίο οι αστοί όχι μόνο θα τρόμαζαν (όπως τώρα, που λέει και το γνωστό άσμα) αλλά θα έπαιρναν και τα αεροπλάνα και τα βαπόρια της Μπέλου. Ωστόσο κινείται προς τις σωστές κατευθύνσεις. Πρόκειται για ένα καθαρά αριστερό πρόγραμμα που τείνει σε πολιτικές αναδιανομής του πλούτου και κρατικού ελέγχου των τραπεζών, σε ανάταση της οικονομίας με λύσεις φιλολαϊκές και όχι νεοφιλελεύθερα χαρακίρια, με πολυεπίπεδο ορθολογισμό της λειτουργία των βασικών τομέων του κράτους όπως είναι η δικαιοσύνη και η αστυνομία, και σε σεβασμό της εθνικής ανεξαρτησίας κι αξιοπρέπειας. Είναι όμως αυτά αρκετά; Σαφώς όχι.


Στην παρούσα φάση μεσοβέζικες λύσεις δεν μπορούν να υπάρξουν. Δύο είναι οι κατευθύνσεις είτε κάνεις το κέφι των αγορών στις πλάτες του λαού, είτε ο λαός αφήνει τις αγορές πίσω του. Δεν μπορεί να υπάρξει ευρώ χωρίς μνημόνιο και ΕΕ χωρίς λειτουργία και υποταγή σε βασικές νεοφιλελεύθερες αρχές. Δεν μπορεί να υπάρξει αναδιανομή του πλούτου δίχως να έρθεις σε ρήξη με τους «πατριώτες» του ΣΕΒ και το εφοπλιστικό κεφάλαιο, ούτε ορθολογισμός της λειτουργίας των τραπεζών δίχως την κρατικοποίησή τους. Η πιο κοντινή επιλογή σε όλα αυτά δεν είναι άλλη απ’ το ΣΥΡΙΖΑ και αυτό νομίζω πως όλοι το παραδέχονται. Δεν είναι άλλο ένα ΠΑΣΟΚ (το άμα θα γίνει στην πορεία, θα το δείξει η ιστορία). Έχει τα αριστερά εκείνα αντανακλαστικά που θα του επιτρέψουν όταν έρθει η δύσκολη στιγμή της απόφασης για το που θα στρίψει τελικά, να διαλέξει όχι το δρόμο της δεξιάς, το δρόμο δηλαδή των μνημονίων, της εξαθλίωσης των πολλών και της ευημερίας των λίγων, του ξεπουλήματος του λαού και της χώρας, τον εύκολο δρόμο που αφήνει τη διαχείριση κι «αντιμετώπιση» της κρίσης στους ξένους επαΐοντες. Αλλά το δρόμο της αριστεράς, με τις ρήξεις που αναφέρονται παραπάνω. Και απ' τις φυγόκεντρες δυνάμεις που υπάρχουν στο ΣΥΡΙΖΑ είναι πολλές εκείνες που θα οδηγήσουν προς εκείνη την κατεύθυνση με κύρια το Αριστερό Ρεύμα.

Η Ελλάδα για πρώτη φορά θα έχει μια αριστερή κυβέρνηση με όσα αυτό συνεπάγεται και όλα αυτά σε ένα παγκοσμιοποιημένο σύστημα σαν το σημερινό, με αποτέλεσμα ένα ντόμινο οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων, υπαρχούσης της προδιάθεσης καθώς ήδη σε πολλές χώρες η ριζοσπαστική αριστερά ανεβαίνει απειλητικά. Το θέμα είναι βέβαια αυτή η αριστερά να μην διεκδικήσει απλώς καλύτερους όρους εκμετάλλευσης αλλά να φθάσει το σύστημα στα όριά του όπως έγινε και τη δεκαετία του 1970 και να το αποτελειώσει.

Σε αυτήν την προσπάθεια θα όφειλαν να παράσχουν το ΚΚΕ, όσο όμως και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έστω κριτική στήριξη, για να την οδηγήσουν σε ακόμα πιο αριστερές κατευθύνσεις. Αντ’ αυτού ο σεχταρισμός (ειδικά) του ΚΚΕ το απειλεί με ιστορικά χαμηλά ποσοστά και με πολιτική παρακμή, παρά τους μηχανισμούς που έχει στήσει στην κοινωνία (σ.σ. άραγε ο Λένιν θα άφηνε έτσι αυτήν την ευκαιρία;).

Ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί την τελευταία ομαλή πολιτική λύση. Αν κι αυτός αποτύχει, οι αγώνες θα δοθούν πλέον σε άλλα μετερίζια και σίγουρα όχι στο Κοινοβούλιο. Οι κίνδυνοι του όλου εγχειρήματος είναι πολλοί. Η ιστορία είναι γεμάτη από Αλιέντε και Μιτεράν. Και η ριζοσπαστική αριστερά του σήμερα θα πρέπει να τα έχει αυτά υπόψιν της. Να μην κάνει λάθη του παρελθόντος, αλχημείες και συμβιβασμούς ολέθριους. Να μην μπαλατζάρει ανάμεσα στην ανατροπή και στη συναίνεση. Όλοι ξέρουμε τις αιτίες της κρίσης, όλοι ξέρουμε που να αναζητήσουμε τις λύσεις.
Οπότε κοπιάστε. Κι όπως λέει ο Σλαβόι Ζιζεκ «αποβάλετε το κομμουνιστικό σας μένος, εμείς είμαστε αυτοί που περιμέναμε». Φιλολαϊκές λύσεις δίνει μόνον ο λαός. Tο αν αυτό μπορεί να γίνει με κοινοβουλευτικό τρόπο θα το δούμε επιτέλους στο άμεσο μέλλον.
Κυριακή 10 Ιουνίου 2012

Ιούνιος 2012: γενικόλογα, περιγραφές κι αξιολογήσεις


Κατά κοινή παραδοχή η κατάσταση θυμίζει τις πολλές εκείνες φορές που η ελληνική κοινωνία οδηγείται σε συνθήκες πόλωσης. Και μάλιστα το δίπολο είναι το ίδιο! Από τη μια η αριστερά και από την άλλη …οι υπόλοιποι. Μια συσπείρωση για τις ανάγκες της στιγμής, μπροστά στον κίνδυνο που νιώθουν όταν οι «βασικές αρχές» τους πλήττονται απ’ τις φωνές των απέναντι. Αυτό όμως μοιάζει να συμβαίνει, όχι τόσο έκδηλα σε όλον τον κόσμο. Όπως και να 'χει, ζούμε πάντως σε ιστορικούς καιρούς. Βρίσκεται ο δε κόσμος σε ένα πολυεπίπεδο μεταίχμιο.

Το σύστημα προσπαθεί να αλλάξει τα ρούχα του (σαν τα φίδια που αλλάζουν δέρμα ανά διαστήματα) ώστε να προσαρμοστούν οι βασικές κοινωνικές δομές στον 21ο αιώνα. Είναι αυτό που λέμε πως ο καπιταλισμός αυτοεπαναστατικοποιείται. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται ιστορικά ο μεταπολεμικός κευνσιανισμός, η μεταστροφή στην χρηματοπιστωτική οικονομία, ο φαινομενικός κατακερματισμός της ιδιοκτησίας μέσω της μετοχοποίησής της, η μεταβολή του μοντέλου παραγωγής από το φορντικό μοντέλο σε εκείνο των αναλήψεων project κλπ. Αυτή τη φορά όμως μοιάζει δύσκολο να βρεθεί κάποια λύση που να μπορεί, όπως οι προηγούμενες, να συνδυαστεί με τη δημοκρατία. Αντίθετα προβάλλει το μοντέλο του καπιταλισμού «ασιατικών αξιών» όπως αποκαλείται. Πρόκειται για έναν αυταρχικό καπιταλισμό, όπως αυτός της Κίνας, της Σιγκαπούρης ή της Νότιας Κορέας. Ένα μοντέλο που απαιτεί ένα αυταρχικό κράτος, με ισχυρές δυνάμεις καταστολής και νεοφιλελεύθερες αξίες.

Η ανθρώπινη ηθική αλλάζει επίσης.
Τα όρια του επιτρεπτού και του ανεκτού μεταβάλλονται: πλέον το να πεθαίνει κόσμος από τη φτώχεια δεν είναι τόσο ανεπίτρεπτο. Ούτε τα βασανιστήρια είναι ταμπού, αν ο άλλος είναι μελαμψός και προσεύχεται στον Αλλάχ. Απ’ την άλλη το να λειτουργείς με δανεικά (η βάση της ανάπτυξης του καπιταλιστικού κόσμου μεταπολεμικά) είναι ανήθικο, εκτός αν είσαι τράπεζα και σε δανείζουν ή σε χαρίζουν χρήμα για τη …σταθερότητα και τη ρευστότητα της αγοράς. Γενικότερα η ηθική ακολουθεί κι επικαλύπτει τις κοινωνικές μεταβολές. Έτσι φτάσαμε στο σημείο ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας να χαμογελάει βλέποντας Κασιδιάρηδες να προσβάλλουν και να χτυπάνε σε πανελλήνια προβολή άλλους βουλευτές.

Το πολιτικό σύστημα μεταβάλλεται αναλόγως.
Σταθερές δεκαετιών καταρρέουν, όπως ήταν η δικομματική εναλλαγή ανάμεσα στην κεντροδεξιά και στην κεντροαριστερά. Το «ακραίο κέντρο» όπως το χαρακτήρισε ο Ταρίκ Άλι. Πλέον το πολιτικό σύστημα εισβαίνει σε ένα μοντέλο τριών πόλων: η ριζοσπαστική αριστερά – το νεοφιλελεύθερο κέντρο – η ακροδεξιά. Βεβαίως ουσιαστικά αυτό το …τρίπολο είναι φαινομενικό.

Κατά μια άποψη είναι φαινομενικό επειδή …«τα άκρα ταυτίζονται». Τι ακροαριστερά, λένε,
τι ακροδεξιά; Και οι δύο είναι βίαιοι. Και οι δύο δηλώνουν αντισυστημικοί. Μέσα στη σύγχυσή τους όμως έχουν εν μέρει δίκιο.

Και οι δύο είναι παιδιά των ίδιων κοινωνικών συνθηκών.

Είναι εξίσου συμπτώματα του καπιταλισμού. Όμως ζητάνε κάτι διαφορετικό. Η ακροδεξιά ιστορικά είναι ο χωροφύλακας που καλεί ο φιλελευθερισμός όταν τα βρίσκει σκούρα. Βρίσκοντας αποπροσανατολιστικούς στόχους και τονίζοντας παραπλανητικούς ανταγωνισμούς ελκύει τον κόσμο. Του δίνει εύκολες απαντήσεις σε ζητήματα που τον πονάνε: «Γιατί πεινάω; Γιατί δεν αισθάνομαι ελεύθερος» κλπ. Όλα απαντώνται. Έτσι εισηγείται μια αλλαγή, έναν «αντισυστημικό κι αντικομφορμιστικό δρόμο», ενάντια στους διεφθαρμένους πολιτικούς, στα ξεπουλημένα κανάλια και μίντια και στους εθνοπροδότες αναρχοκομμουνιστές. Όλα αυτά δίχως βεβαίως να έχει ουσιαστικές απαντήσεις στα προβλήματα, τα οποία έχουν ρίζες τόσο βαθιές στην κοινωνία μας, ώστε ανιχνεύονται ουσιαστικά στις ίδιες της θεμελιώδεις κοινωνικές δομές. Το να φύγουν όλοι οι ξένοι ή οι εβραίοι να γίνουν σαπούνια δεν λύνει ούτε τα προβλήματα της κοινωνικής αδικίας, ούτε της εγκληματικότητας, ούτε της φτώχειας. Ούτε βέβαια μπορεί να αντιμετωπίσει την υφεσιακή μνημονιακή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα.


Επομένως ναι. Είναι φαινομενικό το δίπολο. Αλλά αυτό επειδή τόσο το νεοφιλελεύθερο κέντρο και οι συνοδοιπόροι του όσο και η ακροδεξιά υποστηρίζουν στο βάθος τον ίδιο δρόμο. Υποστηρίζουν το δρόμο της εκμετάλλευσης, της ουσιαστικής ανελευθερίας και της φτώχειας. Απλώς το κάνουν με διαφορετικούς τρόπους. Ή μάλλον έχουν διαφορετικά καρότα, έχουν όμως ίδιο μαστίγιο (ο ένας την ωμή βία και ο άλλος την οικονομική και ψυχολογική) και βεβαίως ίδιους σκοπούς. Γιατί όταν οι μεν υπόσχονται την ελευθερία μέσα στο πλαίσιο του δεδομένου κοινωνικοοικονομικού δαρβινισμού που συνεπάγονται οι θέσεις τους ενώ οι δε την ελευθερία μόνο όμως για τους άξιους (όσοι δηλαδή είναι εν προκειμένω εγκεκριμένοι ελληναράδες πατριώτες), ποια είναι άραγε η διαφορά; Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για μια ζούγκλα, στην οποία έτσι κι αλλιώς είναι ελεύθερος κάποιος αλλά καραδοκούν ζώα ισχυρότερα που είναι επίσης ελεύθερα να τον φάνε.

Στον αντίποδα βρίσκεται η ριζοσπαστική αριστερά. Διαφέρει τόσο ως προς τη γενική κατεύθυνση (κοινωνική δικαιοσύνη, εξισωτική ισότητα, ελευθερία) όσο και ως προς τις επιμέρους προτάσεις, με την αντίπερα λύση. Ο χώρος αυτός πληγμένος τόσο από τις εγγενείς αντιφάσεις που τον κατατρέχουν αλλά κι απ’ τη μονοπώληση της προόδου και του εκσυγχρονισμού από τους «αντίπερα» όσο και από γεγονότα όπως η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης είχε πολλά χρόνια που ήταν «νεκροζώντανος». Ωστόσο τώρα –καιρός ήτανε- γνωρίζει μια σημαντική άνοδο. Έχει επικρατήσει μεν σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, έχει πρωταγωνιστήσει σε μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις κι αγώνες και έχει γνωρίσει μια σημαντική άνοδο σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία, η Ελλάδα.

Γιατί όμως είναι τόσο «διστακτική» ακόμα η άνοδος της; Μα βεβαίως γιατί πρόκειται για τη δύσκολη λύση. Δεν είναι εύκολες ούτε οι ρήξεις, ούτε οι τομές που χρειάζεται να γίνουν για να εξανθρωπιστεί το ανθρώπινο οικοδόμημα. Είναι ο στίχος του Ελύτη που χαρακτηριστικά αναφέρει πως «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή, θέλει νεκροί
χιλιάδες να ‘ναι στους τροχούς». Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να παραμείνουν στην παρούσα κατάσταση απ’ το να ρισκάρουν να την αλλάξουν. Έχουν την εντύπωση πως έχουν πολλά να χάσουν.


Ελλοχεύει βέβαια και το ιδεολογικό κομμάτι: κατά πόσο δηλαδή είναι εύκολο να αρχίσεις να σκέφτεσαι διαφορετικά και να σπάσεις ταμπού και ιδεοληψίες που μέχρι πρότινος είχες. Κατά πόσο θα αποφασίσεις να αγωνιστείς για αυτά που δικαιούσαι όταν έχεις μάθει για παράδειγμα μόνο να ζητάς ή να προσεύχεσαι;
 Κατά πόσο θα πας κόντρα σε ανθρώπους και μηχανισμούς όταν έχεις μάθει να υποτάσσεσαι; Κατά πόσο θα δεχτείς να κακοπεράσεις και να ιδρώσεις όταν έχεις μάθει να σαι άνετος;

Απ’ την άλλη, δεν υπάρχει και η σιγουριά της επιτυχίας. Δεν υπάρχει καμία ενδεδειγμένη και πλήρως εξασφαλισμένη οδός, ούτε τεχνοκράτες ή φύρερ που να υποδεικνύουν το σωστό και το λάθος. Υπάρχουν αναλύσεις, σημαντικά έργα και απόψεις, ωστόσο αυτά εφόσον τα αποδεχθεί κανείς μπορούν να ορίσουν μόνο μια γενική κατεύθυνση. Εμείς είμαστε που πρέπει να δούμε πώς με βάση τις αξιακές και ιδεολογικές μας πυξίδες θα διαμορφώσουμε το μέλλον μας. Και αυτό σίγουρα χρειάζεται ιδρώτα και χρόνο.


Όλα αυτά απεικονίζονται πλήρως στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα. Οι αλλαγές
σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο: όπως είναι η ελαστική εργασία και η εκούσια φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων πληθυσμού, σε πολιτικό: απ’ τη μια η ριζοσπαστική αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, απ’ την άλλη το νεοφιλελεύθερο κέντρο των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΛΑΟΣ, Δημιουργία Ξανά, ΔΡΑΣΗ, Ανεξάρτητων Ελλήνων και βεβαίως η ακροδεξιά της Χρυσής Αυγής, και σε ηθικό: όπως είναι η ηθική αποδοχή και νομιμοποίηση τόσο της εκμετάλλευσης και της ανασφάλειας που συνεπάγεται η «ελαστική εργασία» όσο και της ακροδεξιάς, της ξενοφοβίας και του ρατσισμού.

Ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς. Το ζήτημα είναι όμως να αξιοποιήσουμε τους καιρούς αυτούς. Να αξιοποιήσουμε τη μεταιχμιακή κατάσταση που περιγράφεται παραπάνω, την κοινωνική και οικονομική αστάθεια και γενικότερα τις αδυναμίες και τις αντιφάσεις του στάτους κβο, για να κάνουμε τη γη να γυρίζει αριστερόστροφα.

Θα μεταφερθείτε στη νέα σελίδα σε

Δευτερόλεπτα
Από το Blogger.

Θεματικές:

___________________

___________________

___________________

___________________

___________________

___________________

___________________