Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Νομιμότητα: "βίος και πολιτεία"



Πρόλογος
Τελευταία πολλή κουβέντα γίνεται για το ζήτημα της νομιμότητας, το οποίο αν και σημαντικότατο, υποβαθμίζεται σε ένα πινκ πονγκ εντυπώσεων ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση δίχως να αγγίζεται η πραγματική ουσία του θέματος. Και είναι σημαντικότατο αυτό το ζήτημα γιατί συναντάται αναπόφευκτα, σαν σκόπελος, σε κάθε συζήτηση που αφορά στα ζητήματα της κοινωνικής μας οργάνωσης, είτε αυτά προσλαμβάνουν από τους μετέχοντες διαχρονικό είτε συγκυριακό χαρακτήρα.

Τα κύρια ερωτήματα που ανακύπτουν είναι: ποιος ο ρόλος του νόμου και πως αυτός θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τους ανθρώπους. Βεβαίως για να κριθεί κάτι τέτοιο πρέπει να έχουμε μια εικόνα για τη φύση του νόμου, τι είναι, τι εξυπηρετεί και τι φαίνεται να εξυπηρετεί.

Νόμος

Η αναζήτηση της απάντησης στα παραπάνω ερωτήματα δεν μπορεί παρά να εκκινεί από τη νομική επιστήμη.

Σύμφωνα λοιπόν με τα περισσότερα εγχειρίδια της νομικής επιστήμης ο ορισμός του νόμου είναι ο εξής: ο, πηγάζων από την οργανωμένη σε κράτος πολιτεία, επιτακτικός κανόνας δικαίου που ρυθμίζει τη συμπεριφορά των μελών της.

Ι. Επιτακτική ρύθμιση της συμπεριφοράς
Πράγματι ο νόμος λειτουργεί ως ο διαμεσολαβητής ανάμεσα στις ανθρώπινες σχέσεις ο οποίος οριοθετεί και προσδιορίζει τη σφαίρα δράσης του καθενός. Άλλωστε η λέξη νόμος προκύπτει από το ρήμα νέμω (δλδ μοιράζω). Πρόκειται για ένα είδος κανόνα, στοιχείου που είναι το δίχως άλλο απαραίτητο για την ανθρώπινη κοινωνία.

Δίχως την ύπαρξη ορισμένων κανόνων, ορισμένων «δεόντων», δεν θα υπήρχε ανθρώπινη κοινωνία, παρά απλώς «άνθρωποι» και μάλιστα υπ-άνθρωποι με την αριστοτελική έννοια του όρου, δηλαδή όντα κατώτερα του κοινωνικού ανθρώπου που ακριβώς όντας κοινωνικός μπορεί και είναι «άνθρωπος». Με άλλα λόγια η ποσότητα των συμβιόντων ανθρώπων οδηγεί στην ποιότητα της κοινωνίας, που είναι ακριβώς κάτι παραπάνω από περισσότερους ανθρώπους μαζεμένους, με μια στρουκτουραλιστική λογική ότι η κοινωνία αποτελεί ένα σύνολο που διέπεται από ορισμένους κανόνες και ορισμένες δομές κι όχι απλά μια συνάθροιση του τύπου 1+1+1=3. Ο κανόνας λοιπόν αποτελεί εκ των ουκ άνευ για την ύπαρξη μιας κοινωνίας αλλά και για την ίδια την έννοια του ανθρώπου. Διαφορετικά καθόλου δεν θα διαφέραμε από τα ζώα και τη «ζούγκλα».

Ο κανόνας που θεσπίζεται από την πολιτεία και, αναφερόμενοι στο σήμερα δε, από την πολιτεία που έχει τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου, αστικού κράτους ονομάζεται νόμος. Ο νόμος λοιπόν ρυθμίζει τις ανθρώπινες σχέσεις με βάση έναν ορισμένο τρόπο, μια φόρμα, συμβίωσης. Δηλαδή λειτουργεί στο πλαίσιο ενός ευρύτερου κοινωνικού συστήματος και οριοθετεί τη δράση των ανθρώπων με βάση τις υφιστάμενες κοινωνικές τους σχέσεις που τίθενται ως η κανονικότητα που ακριβώς πρέπει να προφυλλάσσεται.

Αυτή λοιπόν η συνύπαρξη που πετυχαίνει ο νόμος δεν είναι γενική κι αόριστη. Είναι μια καθόλα ορισμένη συνύπαρξη, με συγκεκριμένες κοινωνικές σχέσεις και ρόλους. Στο βαθμό όμως που το κρατικό καθεστώς και το κοινωνικό σύστημα στο οποίο αυτό εντάσσεται, είναι για κάποιο λόγο κατακριτέα, το ίδιο πρέπει να είναι και οι νόμοι που συντείνουν στη διαιώνιση και την ισχυροποίησή τους. 

Αυτό γίνεται (σωρευτικά)
με τους εξής τρόπους:

- δια της έκδηλης ή κεκαλυμμένης εξασφάλισης της άμεσης ικανοποίησης και προστασίας των συμφερόντων των ομάδων εκείνων της κοινωνίας, υπέρ των οποίων είναι οι κοινωνικοί συσχετισμοί και σχέσεις


- δια της ρύθμισης ορισμένων θεμάτων που απαιτούν μια στοιχειώδη πρόβλεψη εξυπηρετώντας την κοινωνική ομαλότητα (πχ ΚΟΚ)


- δια της εξασφάλισης ορισμένων αγαθών σε όλα ή έστω στα περισσότερα μέλη της κοινωνίας προκειμένου αυτά να μην αισθάνονται έντονα το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας. Πρόκειται για αυτό που ονομάζω "ονομαστικά δικαιώματα". Και χαρακτηρίζονται (ίσως και καταχρηστικά) έτσι τα παραπάνω δικαιώματα για να περιγραφεί το γεγονός πως ακόμα κι αν και όλοι έχουν ένα δικαίωμα πχ το δικαίωμα στην ιδιοκτησία, η αξία του δεν είναι η ίδια γιατί διαφέρει το ατομικό και κοινωνικό πλαίσιο που περιβάλλει τον καθένα. Για παράδειγμα, σε διαφορετικό βαθμό εξυπηρετεί η προστασία της ιδιοκτησίας έναν πλούσιο και σε διαφορετικό έναν φτωχό: ο πρώτος έχει πολλά περισσότερα να χάσει και ως εκ τούτου περισσότερους λόγους να προστατεύσει την περιουσία του.

Με όλα αυτά, η έννομη τάξη διατρανώνει πως επιδιώκει την κοινωνική ειρήνη και ομαλότητα. Και δεν έχει άδικο. Με βάση όμως τα παραπάνω συμπεραίνεται πως η κοινωνική ειρήνη και ομαλότητα που επιδιώκεται από τη νομοθετική ρύθμιση δεν είναι κάτι ουδέτερο, παρά η διατήρηση των κοινωνικών συσχετισμών όπως αυτοί σχηματίστηκαν από την τελευταία κοινωνική ένταση. Όπως για παράδειγμα είναι οι διατάξεις μια σύμβασης συνθηκολόγησης ανάμεσα στη νικήτρια και την ηττημένη χώρα.

Εκτός όμως των παραπάνω, εντασσόμενων στο περιεχόμενο του νόμου, στοιχείων, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και το μέσο/ο τρόπος που επιβάλλονται οι παραπάνω κανόνες (στο πλαίσιο της διαλεκτικής μορφής και περιεχομένου).

Το κυριότερο σύγχρονο χαρακτηριστικό, καρπός των φιλελεύθερων αιτημάτων περί ισότητας και ελευθερίας είναι η ισονομία. Οι νόμοι κατά κανόνα ισχύουν για όλους. Πρόκειται πράγματι αίτημα δίκαιο που μειώνει το αίσθημα περί κοινωνικής αδικίας. Επανέρχεται όμως κάπου εδώ η προαναφερθείσα έννοια του «ονομαστικού» δικαιώματος. Πράγματι οι νόμοι ισχύουν για όλα τα υποκείμενα, όμως αυτά βρίσκονται σε διαφορετική κατάσταση, σε διαφορετικό σημείο εκκίνησης. Επομένως ενώ το δικαίωμα περιγράφεται ως ίδιο για όλους, κατά την εφαρμογή του δεν είναι.

ΙΙ. Όταν η νομιμότητα δεν αρκεί
Παρά όμως το γεγονός πως ο νόμος μπορεί να λειτουργεί μεροληπτικά, πώς εξηγείται το γεγονός πως κάποιοι, ακόμα κι όταν ανήκουν στους ευνοημένους του, εξακολουθούν να παρανομούν; Όταν ένα φορολογικό σύστημα είναι ήδη τόσο μεροληπτικό για ποιο λόγο να φοροδιαφεύγουν οι πλούσιοι; Όταν μπορείς να βγάλεις χρήματα με νόμιμες μπίζνες γιατί παράλληλα να πρέπει να αναμιγνύεσαι με βρώμικους τομείς όπως το μπραβιλίκι ή και ακόμα χειρότερα τα ναρκωτικά, τα όπλα και το τράφικιγκ (κοινώς το εμπόριο λευκής σαρκώς); Η απάντηση νομίζω πως είναι κατ’ αρχήν απλή: γιατί μπορούν. Όταν έχεις τα μέσα να επιβάλλεις πολιτικές και νόμους οργανωμένα (πχ μέσω ΣΕΒ) ή ατομικά, τότε ποιος θα σε εμποδίσει να παρανομήσεις κιόλας;

Η πολύ απλοϊκή αυτή απάντηση είναι όμως ελλιπής και το συνεπές θα ήταν να την εντάξουμε στην εξής πρόταση: όχι μόνο «γιατί μπορούν» αλλά και γιατί πρέπει. Όπως τόνιζε ο Ζακ Λακάν πάντα διαφεύγει κάτι από τη συμβολοποίηση, την ένταξη στο συμβολικό σύμπαν (ένα ας πούμε ρυθμισμένο από κανόνες κοινωνικό μωσαϊκό), και στην περίπτωσή μας, τη συμβολοποίηση του νόμου. Αυτό ονομάζεται «πραγματικό» (το οποίο δεν πρέπει να ταυτίζεται με την έννοια της πραγματικότητας). Ο άνθρωπος λοιπόν είναι ανίκανος να προβλέψει τα πάντα με κανόνες και να ρυθμίσει ολόκληρη την κοινωνική ζωή με τον τρόπο που θέλει. Επομένως η νομιμότητα κι ως εκ τούτου η κοινωνική σκοπιμόητητα που αυτή εξυπηρετεί, προκειμένου να διατηρηθεί χρειάζεται ένα παράνομο, «αισχρό» όπως το χαρακτηρίζει ο Ζίζεκ υπόστρωμα, ένα υποστύλωμα. Αυτό γίνεται ξεκάθαρο και σε αμέτρητες ταινίες όπου για παράδειγμα οι καλοί αστυνομικοί προκειμένου να καταφέρουν να συλλάβουν τον κακό, «αναγκάζονται» να παρανομήσουν, να ξεφύγουν από τα όρια των νόμων που υπηρετούν, και μόνο τότε καταφέρνουν και επιβάλλουν τη νομιμότητα και τη δικαιοσύνη.

Πέραν όμως από τον κινηματογράφο, αυτό που περιγράφεται παραπάνω, δυστυχώς το βιώνει η ελληνική κοινωνία συχνότερα απ’ όσο θα θελε: όταν οι κυβερνήσεις προκειμένου να διατηρήσουν «την τάξη» καταπατούν απροκάλυπτα, τους μόνους κανόνες στους οποίους «ιεραρχικά» υπάγονται, τους συνταγματικούς.

Αυτό όμως προδίδει και κάτι ακόμα: επαληθεύει αυτά που ελέχθησαν παραπάνω, ότι δηλαδή ο νόμος όχι μόνο υπηρετεί κατά κανόνα και πρώτιστα πολύ συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα αλλά και πως δεν μπορεί, αν τυχόν το θελήσει, να τα υπερβεί. Κάτι τέτοιο γίνεται εμφανές από τις αποτυχημένες προσπάθειες χαλιναγώγησης των κεφαλαίων από τα κράτη. Όποιο κράτος προσπάθησε να επιβαρύνει τους πλουσίους, αυτοί πολλοί απλά «πήγαιναν» αλλού τα λεφτά τους. Βιομήχανοι που έκριναν πως δεν τους συνέφερε η ελληνική νομοθεσία, για παράδειγμα, μετακόμιζαν με μεγάλη ευκολία στη Βουλγαρία. Εφοπλιστές που απειλούνταν με μια μηδαμινή φορολόγηση (σε σχέση με τη μηδενική που είναι σήμερα) απείλησαν πως θα αλλάξουν σημαία στα πλοία τους. Όλα αυτά προδίδουν τη θέση της κάθε έννοιας στο παζλ της κοινωνικής πραγματικότητας. Ο νόμος είναι υπηρέτης του στάτους κβο και δεν μπορεί διαφορετικά.
Θα μεταφερθείτε στη νέα σελίδα σε

Δευτερόλεπτα
Από το Blogger.

Θεματικές:

___________________

___________________

___________________

___________________

___________________

___________________

___________________