Τρίτη 10 Ιουλίου 2012
Μίλησε κανείς για βία;
7:21 π.μ.
Σύμφωνα με τη Θεογονία του Ησιόδου η Βία ήταν κόρη του Τιτάνα Πάλλαντα και της Ωκεανίδας Στύγας. Ήταν η θεότητα που συμβόλιζε τη δύναμη και την επιβολή, και μαζί με τα αδέρφια της, το Κράτος, το Ζήλο και τη Νίκη βοήθησαν το Δία στον πόλεμο με τους Τιτάνες.
Τι είναι βία;
Με μια πρόχειρη σκέψη θα μπορούσε να οριστεί ως η δύναμη εκείνη που μεταβάλλει ή προσπαθεί να μεταβάλλει μια ορισμένη φυσική κατάσταση.
Με βάση αυτό τον ορισμό, μια ολοένα μεταβαλλόμενη πραγματικότητα όπου κατά κοινή ομολογία "τα πάντα ρει" δεν μπορεί παρά να έχει ως κύριο χαρακτηριστικό τη βία. Πράγματι δεν ζούμε σε ένα στατικό κόσμο. Εξ' υπαρχής της γης εκδηλώσεις και συγκρούσεις φυσικών στοιχείων μεταβάλλουν τη μορφή της κι αντίστοιχα κοινωνικές αντιθέσεις και συγκρούσεις μεταβάλλουν την κοινωνική πραγματικότητα και τις σχέσεις που αναπτύσσονται εντός της.
επαναστάσεις όπως η γαλλική και η ρώσικη αποτελούν
|
Η βία υπήρχε και υπάρχει παντού με άλλα λόγια.
Βία είναι ο νόμος, ο οποίος πιέζει τους ανθρώπους σε μια συμπεριφορά που διαφορετικά δεν θα ακολουθούσαν. Βία είναι η γλώσσα που εντάσσει σε μορφές αφηρημένα νοήματα και έννοιες. Βία είναι όταν το παιδί μαθαίνει να πειθαρχεί στον πατέρα και τη μητέρα. Όλα αυτά μπορούν να ενταχθούν στην ευρεία κατηγορία της κοινωνικής βίας.
Απ' την άλλη η μετατροπή του νερού σε υδρατμούς, η αποσύνθεση του φύλλου, η φωτιά που αρπάζει το ξύλο και η γέννα μπορούν να ενταχθούν στη φυσική βία.
Τέλος κατά πολλούς υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία βίας, της ψυχολογικής. Η βία αυτή ανάγεται σε ψυχολογικά αίτια, στην καταπίεση του εγώ από το υπερεγώ, δηλαδή αυτού που αποκαλούμε κοινώς ηθική συνείδηση και ως αποτέλεσμα έρχονται οι τύψεις. Αν δεχτούμε όμως πως η διαμόρφωση του υπερεγώ μέσα στον ανθρώπινο ψυχισμό είναι απότοκο της υποταγής του ανθρώπου στην κοινωνία όπως υποστηρίζουν οι Φρόιντ και Λακάν, τότε κάλλιστα τέτοιες περιπτώσεις εσωτερικής βίας εντάσσονται στην κοινωνική βία καθώς οι αιτίες τους είναι κοινωνικές.
Προκύπτουν λοιπόν δύο κατηγορίες βίας: η κοινωνική (άνθρωπος εναντίον ανθρώπου) και η φυσική (φύση εναντίον ανθρώπου).
Όσον αφορά στη φυσική βία (ζώα, φυσικά φαινόμενα, αρρώστιες κλπ), ο άνθρωπος την αντιμετώπισε με τα μέσα που προέκυψαν από την ιστορική πολιτισμική του πρόοδο: όπλα, καλύμματα, σπίτια, πρόληψη, φάρμακα κ.α. Δίχως να την έχει εξ’ ολοκλήρου εξαφανίσει (πράγμα που ούτε είναι δυνατό, ούτε ίσως πρέπει να γίνει) έχει όμως καταφέρει να τη δαμάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Όσον αφορά στη φυσική βία (ζώα, φυσικά φαινόμενα, αρρώστιες κλπ), ο άνθρωπος την αντιμετώπισε με τα μέσα που προέκυψαν από την ιστορική πολιτισμική του πρόοδο: όπλα, καλύμματα, σπίτια, πρόληψη, φάρμακα κ.α. Δίχως να την έχει εξ’ ολοκλήρου εξαφανίσει (πράγμα που ούτε είναι δυνατό, ούτε ίσως πρέπει να γίνει) έχει όμως καταφέρει να τη δαμάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Μένει λοιπόν η κοινωνική βία, για την οποία δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο με τη φυσική. Ούτε έχει δαμαστεί σε μεγάλο βαθμό, ούτε ο πολιτισμός βοήθησε ιδιαίτερα για την αντιμετώπισή της με απόλυτο τρόπο. Σίγουρα μορφές που έπαιρνε σε άλλες εποχές έχουν εκλείψει. Ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Μάλιστα η ίδια η κοινωνική συνύπαρξη ασκεί βία στον άνθρωπο όταν αναγκάζει τους κοινωνούς να θυσιάζουν την ικανοποίηση των ενστίκτων και των επιθυμιών τους στο βωμό της κοινωνικής συνύπαρξης και συνεργασίας, κάτι που σύμφωνα με το Φρόιντ κάνει τον άνθρωπο μοιραία συνεχώς δυστυχισμένο.
Ως εκ τούτου είναι λανθασμένο ή έστω άτοπο να καταδικάζουμε τη βία έτσι γενικά και αόριστα, μιας και ενυπάρχει παντού. Είναι δε υποκριτικό στο βαθμό που ανεχόμαστε καθημερινά ορισμένες μορφές της ή ακόμα χειρότερα πολλοί τις εντάσσουμε στην ιδεολογία μας. Πρόκειται για τη βία εκείνη που
ο Σλαβόι Ζίζεκ ονομάζει αντικειμενική ή συστημική βία. Είναι η βία εκείνη που αναγκαία παράγεται για τη λειτουργία ενός κοινωνικού συστήματος (αναγκαίο κακό) και είτε δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή ως βία ή θεωρείται απλώς …δεδομένη-συνηθισμένη. Τέτοια ήταν η βία που ασκούσανε οι αριστοκράτες και οι φεουδάρχες στους δούλους και
τους δουλοπαροίκους τους, επί φεουδαρχίας, κάτι που τότε θεωρούταν δεδομένο και αποτελούσε άλλωστε και τη βάση της λειτουργίας του συστήματος εκείνου. Τέτοια είναι σήμερα η βία που ασκείται στους εκατομμύρια ανθρώπους που πεθαίνουν τη μέρα απ’ την πείνα εν έτει 2012, στους νεκρούς των πολέμων που γίνονται για να πουλάνε όπλα οι βιομηχανίες και για να βρίσκονται νέες αγορές, στα δισεκατομμύρια των ανθρώπων που δουλεύουν σε συνθήκες εξαθλίωσης ως σύγχρονοι σκλάβοι. Αυτή η βία είναι αναγκαία για τη διατήρηση του κεφαλαιοκρατικού συστήματος.
Είναι ανάλογη με τη βία που ασκούταν επί υπαρκτού σοσιαλισμού. Η βία απέναντι στους (οργανωμένους και μη) αντιφρονούντες σε συνθήκες εχθρικής περικύκλωσης της Σοβιετικής Ένωσης κι αργότερα Ψυχρού πολέμου, η βία για την κολεκτιβοποίηση, η βία για την αναδιανομή του πλούτου. Ήταν ως ένα μεγάλο βαθμό βία αναγκαία για να διατηρηθεί το σύστημα που ήθελαν στη Σοβιετική Ένωση, κι από ένα σημείο και μετά θεωρούταν δεδομένη-φυσιολογική. (Βέβαια στα καθεστώτα εκείνα υπήρχε ένας Στάλιν ή ένας Τσαουσέσκου στον οποίο αποδίδαμε τις ευθύνες για την εκεί αντικειμενική βία, αντίθετα στη αντικειμενική βία του καπιταλισμού σε ποιον πρέπει να αποδώσουμε ευθύνες;)
Η αντικειμενική βία αποτελεί, λέει ο Ζίζεκ, το όριο της φυσιολογικής βίας. Με άλλα λόγια είναι τόση ώστε να θεωρείται φυσιολογική. Από εκεί κι έπειτα ξεκινάει η υποκειμενική βία. Η βία δηλαδή των κοινών εγκλημάτων και της λεγόμενης αντικοινωνικής συμπεριφοράς, η οποία σαφώς τροφοδοτείται όμως απ’ την αντικειμενική βία. Με άλλα λόγια, σε πρώτο στάδιο δεχόμαστε από κάπου βία, την αντικειμενική, την οποία συνήθως δεν την αντιλαμβανόμαστε ως βία θεωρώντας τη δεδομένη ή συνηθισμένη. Σε δεύτερο στάδιο αναπαράγουμε κι εμείς τη βία που δεχόμαστε εξωτερικεύοντας την ως υποκειμενική, συνήθως βέβαια με δική μας ευθύνη.
Από εδώ φαίνεται πόσο υποκριτική είναι η φιλελεύθερη στάση που (υποτίθεται πως) καταδικάζει τη βία σε κάθε της μορφή και σε κάθε βαθμό, όταν αντίθετα η ίδια η φιλελεύθερη ιδεολογία όπως έχει αναπτυχθεί παράγει και παράλληλα προϋποθέτει για την εφαρμογή της βία αυτή.
Με βάση τα παραπάνω, μπορούν να εξηγηθούν και τα φαινόμενα πολιτικής βίας που έχουν ξεσπάσει στην Ελλάδα τα τελευταία τρία χρόνια. Η περίφημη λιτότητα, που εκδηλώνεται ως μέρος της αντικειμενικής βίας που αναφέρεται πιο πάνω, εξαθλιώνει και εξοργίζει τον κόσμο με αποτέλεσμα αυτός να αντιδρά ποικιλοτρόπως. Ένας εξ αυτών των τρόπων είναι το …γιαούρτι, και όλα τα φαινόμενα αποδοκιμασίας των εκπροσώπων του πολιτικού και κυβερνητικού συστήματος.
Ένας άλλος τρόπος είναι η "φασιστική" βία. Δηλαδή η βία ενάντια σε συγκεκριμένες στοχοποιημένες ομάδες από υποκείμενα που αναπολούν το Χίτλερ και έχουν το Mein Kampf ευαγγέλιο (μερικά από αυτά μπήκαν εσχάτως και στη Βουλή).
Το αν αυτή η βία θα ενταχθεί στην αντικειμενική ή στην υποκειμενική κατηγορία έχει τεράστια σημασία. Εντάσσοντας την στα φαινόμενα υποκειμενικής βίας εξισώνεται τόσο με το γιαούρτι όσο και με την ανατρεπτική "αντισυστημική" βία. Σε αυτό το πλαίσιο ανήκουν οι σκέψεις που ταυτίζουν ακροαριστερά και ακροδεξιά ή θεωρούν "φασισμό" ΌΛΕΣ τις διαμαρτυρίες κι αντιδράσεις κατά συγκεκριμένων πολιτικών. Κάτι τέτοιο έσπευσε να επιχειρήσει το εξώφυλλο των Νέων ευθύς αμέσως μετά το επεισόδιο Κασιδιάρη-Κανέλη: την ταύτιση δηλαδή όλων των γεγονότων πολιτικής βίας που έχουμε ζήσει εσχάτως.
Αντίθετα πιο συνεπές ιστορικά και κοινωνικά μοιάζει η ένταξη της φασιστικής βίας στα φαινόμενα αντικειμενικής βίας, καθώς πρόκειται ξεκάθαρα για μια μορφή βίας που γίνεται απαραίτητη στην καθαρά αντικειμενική όταν το στάτους κβο απειλείται.Η φασιστική βία –εξίσου πολιτική με το γιαούρτι- είναι η εμπροσθοφυλακή της «φιλελεύθερης βίας», καθώς έχουν απέναντί τους τους ίδιους εχθρούς (τον απλό λαό) και η πρώτη βασίζεται στους ανταγωνισμούς που η δεύτερη γεννά (πχ εθνικούς, φυλετικούς κλπ). Αυτό μας έχουν διδάξει οι Χίτλερ και Μουσολίνι οι Βιντέλα και Πινοσέτ καθώς και οι ηθικοί τους αυτουργοί.
Ως εκ τούτου δεν μπορεί να μπει στην ίδια μοίρα η αποδομασία ενός πολιτικού από συνταξιούχο με το επεισόδιο με τον Κασιδιάρη στο πάνελ του αντένα. Τόσο γιατί πρόκειται για διαφορετικές μορφές βίας, αν το εξετάσουμε υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων, όσο και γιατί απ’ τη μια ήταν ένας γέρος που πιθανότατα του έκοψαν μαζί με τη σύνταξη και την αξιοπρέπεια κι απ’ την άλλη ο νούμερο 2 της νεοναζιστικής και συνάμα εγκληματικής Χρυσής Αυγής. Για να αποσαφηνιστεί η διαφορά των δύο περιπτώσεων όσον αφορά στο υποκείμενο, με όρους ποινικού δικαίου η πρώτη θα μπορούσε να θεωρηθεί άδικη και μη καταλογιστή ενώ η δεύτερη άδικη και καταλογιστή.
Ένας άλλος τρόπος είναι η "φασιστική" βία. Δηλαδή η βία ενάντια σε συγκεκριμένες στοχοποιημένες ομάδες από υποκείμενα που αναπολούν το Χίτλερ και έχουν το Mein Kampf ευαγγέλιο (μερικά από αυτά μπήκαν εσχάτως και στη Βουλή).
Το αν αυτή η βία θα ενταχθεί στην αντικειμενική ή στην υποκειμενική κατηγορία έχει τεράστια σημασία. Εντάσσοντας την στα φαινόμενα υποκειμενικής βίας εξισώνεται τόσο με το γιαούρτι όσο και με την ανατρεπτική "αντισυστημική" βία. Σε αυτό το πλαίσιο ανήκουν οι σκέψεις που ταυτίζουν ακροαριστερά και ακροδεξιά ή θεωρούν "φασισμό" ΌΛΕΣ τις διαμαρτυρίες κι αντιδράσεις κατά συγκεκριμένων πολιτικών. Κάτι τέτοιο έσπευσε να επιχειρήσει το εξώφυλλο των Νέων ευθύς αμέσως μετά το επεισόδιο Κασιδιάρη-Κανέλη: την ταύτιση δηλαδή όλων των γεγονότων πολιτικής βίας που έχουμε ζήσει εσχάτως.
Αντίθετα πιο συνεπές ιστορικά και κοινωνικά μοιάζει η ένταξη της φασιστικής βίας στα φαινόμενα αντικειμενικής βίας, καθώς πρόκειται ξεκάθαρα για μια μορφή βίας που γίνεται απαραίτητη στην καθαρά αντικειμενική όταν το στάτους κβο απειλείται.Η φασιστική βία –εξίσου πολιτική με το γιαούρτι- είναι η εμπροσθοφυλακή της «φιλελεύθερης βίας», καθώς έχουν απέναντί τους τους ίδιους εχθρούς (τον απλό λαό) και η πρώτη βασίζεται στους ανταγωνισμούς που η δεύτερη γεννά (πχ εθνικούς, φυλετικούς κλπ). Αυτό μας έχουν διδάξει οι Χίτλερ και Μουσολίνι οι Βιντέλα και Πινοσέτ καθώς και οι ηθικοί τους αυτουργοί.
Ως εκ τούτου δεν μπορεί να μπει στην ίδια μοίρα η αποδομασία ενός πολιτικού από συνταξιούχο με το επεισόδιο με τον Κασιδιάρη στο πάνελ του αντένα. Τόσο γιατί πρόκειται για διαφορετικές μορφές βίας, αν το εξετάσουμε υπό το πρίσμα των προαναφερθέντων, όσο και γιατί απ’ τη μια ήταν ένας γέρος που πιθανότατα του έκοψαν μαζί με τη σύνταξη και την αξιοπρέπεια κι απ’ την άλλη ο νούμερο 2 της νεοναζιστικής και συνάμα εγκληματικής Χρυσής Αυγής. Για να αποσαφηνιστεί η διαφορά των δύο περιπτώσεων όσον αφορά στο υποκείμενο, με όρους ποινικού δικαίου η πρώτη θα μπορούσε να θεωρηθεί άδικη και μη καταλογιστή ενώ η δεύτερη άδικη και καταλογιστή.
Ετικέτεςφιλοσοφία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
Από το Blogger.
Διαβάζουμε,,,
Αρχειοθήκη ιστολογίου
-
►
2013
(12)
- ► Σεπτεμβρίου (1)
- ► Ιανουαρίου (1)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου